Σοκ και φρίκη προκαλούν τα όσα περιγράφει ο Νίκος Σ. για την άγρια σεξουαλική κακοποίηση του σε ηλικία 19 ετών, το 2005 από πασίγνωστο και καταξιωμένο σκηνοθέτη.

Ο Νίκος, που μετά από  τα όσα βίωσε εγκατέλειψε το όνειρο του να γίνει ηθοποιός, έδωσε συνέντευξη στη δημοσιογράφο Νάταλι Χατζηαντωνίου για το 2020mag.gr

Τα όσα τον υποχρέωσε ο κραταιός σκηνοθέτης να κάνει ξεπερνούν κάθε φαντασία…

Ο Νίκος Σ. στη συνέντευξη δεν αποκαλύπτει το δικό του όνομα ή του σκηνοθέτη, μπορεί όμως να το κάνει μόνον ενώπιον της Δικαιοσύνης, όπου προτίθεται να καταθέσει για να σταματήσει η κτηνωδία , όπως χαρακτηριστικά είπε.

Ακολουθούν σημεία από την συνέντευξη του Νίκου στο 2020mag.gr:

«Ήμουν 19 ετών, ήρθα στην Αθήνα από την επαρχία, δεν είχα καμία σχέση με το χώρο του θέατρου και καμία εμπειρία, αλλά αγαπούσα το θέατρο και ήθελα να δώσω εξετάσεις σε σχολή υποκριτικής και γι’ αυτό έψαχνα να βρώ έναν κατάλληλο μονόλογο, ένα ποίημα κι ένα τραγούδι που ζητούν οι σχολές για τις εξετάσεις. Η θεία μου (τότε ζούσα στην Αθήνα μαζί της) γνώρισε τυχαία, στο καφέ που δούλευε, ένα θεατρικό σκηνοθέτη και ηθοποιό, εκείνος γύρω στα 40 τότε και ήδη πολύ προβεβλημένο και καταξιωμένο στο χώρο του, με βαρύ οικογενειακό όνομα, που ανάμεσα στ’ άλλα δίδασκε και υποκριτική στο Εθνικό Θέατρο. Και του είπε “έχω τον ανιψιό μου που αυτή τη στιγμή είναι στη διαδικασία να δώσει εξετάσεις σε δραματική σχολή και ψάχνει ένα μονόλογο κι ένα ποίημα». «Ωραία», απάντησε ο σκηνοθέτης, «εγώ είμαι διατεθειμένος να τον βοηθήσω». Κι έτσι έδωσε η θεία μου το τηλέφωνό μας για να επικοινωνήσει ο σκηνοθέτης μαζί μου, αν ήθελε, και να με βοηθήσει στην επιλογή του μονολόγου».

«Δυο-τρεις μέρες μετά, με πήρε και μου είπε “μου έδωσε η θεία σου το τηλέφωνο, μου είπε ότι σ’ ενδιαφέρει το θέατρο κι ότι ψάχνεις ένα μονόλογο. Πού μένεις;». Έδωσα τη διεύθυνσή μας και μου είπε επί λέξει “σε πέντε λεπτά θα είμαι από κάτω. Φόρα ένα βρακί και κατέβα”. Ντύθηκα, κατέβηκα, με κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω και μου είπε “θα επικοινωνήσω μαζί σου άμεσα για να σου δώσω ένα μονόλογο και θα σε βοηθήσω”. Κι έφυγε. Την επόμενη ημέρα, μου τηλεφωνεί και μου λέει “να έρθεις από το σπίτι το μεσημέρι για να μιλήσουμε”. Όντως πήγα στο σπίτι του, έκατσα πέντε λεπτά, μου έδωσε τον “Γυάλινο Κόσμο” του Τενεσί Ουίλιαμς και μου είπε να διαβάσω όλο το έργο και ν’ αποστηθίσω τον τελευταίο μονόλογο του “Τομ”. Πράγματι επέστρεψα στο σπίτι μου, διάβασα το έργο κι ενθουσιασμένος έμαθα απ’ έξω το μονόλογο γρήγορα, γιατί ήταν κι ο πρώτος μονόλογος που μάθαινα».

Και ήρθε η ώρα της μοιραίας συνάντησης:

«Ένα βράδυ, γύρω στις 11, που ήμουν στο σπίτι με τη θεία μου και με τη μητέρα μου, που είχε έρθει από την επαρχία στην Αθήνα να μας επισκεφτεί, και τους απήγγειλα το μονόλογο, χαρούμενος, χτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν ο πασίγνωστος σκηνοθέτης και μου λέει “σε 15-20 λεπτά να είσαι στο σπίτι μου για πρόβα”. Χάρηκε και η μάνα μου, χάρηκε και η θεία μου, έφυγα τρέχοντας και γεμάτος χαρά και προσδοκία, πήγα στο σπίτι του και χτύπησα το κουδούνι, περιμένοντας να μου ανοίξει ο ίδιος. Μου άνοιξε, όμως, ένα νέο παιδί σε ηλικία, λίγο μεγαλύτερος από εμένα. Ξαφνιάστηκα και μ’ έπιασε μεγαλύτερο άγχος απ’ ό,τι ήδη είχα, γνωρίζοντας ότι δεν θα έλεγα το μονόλογο μόνο μπροστά σ’ ένα σπουδαίο σκηνοθέτη. Τώρα θα είχα και κοινό… “Που είναι ο τάδε;” ρωτάω με συστολή. Μου λέει “είναι στο μπάνιο, θα έρθει. Πέρασε”. Μπήκα, καθίσαμε στον καναπέ, μιλήσαμε κανά 5λεπτο και περιμέναμε το σκηνοθέτη. Και ξαφνικά εμφανίζεται μπροστά μας ημίγυμνος, φορώντας μόνο μία πετσέτα. Ξαφνιάστηκα. Εκείνος κάθισε στον απέναντι καναπέ και με ρώτησε αν έχω μάθει το μονόλογο. “Φυσικά, τον έχω μάθει απ’ έξω”, του είπα. Τότε με ρώτησε αν καταλάβαινα τι έκανε ο ήρωας του μονολόγου, ο “Τομ”, στα τσοντάδικα που σύχναζε. “Υποψιάζομαι τι έκανε”, απάντησα. Με ρώτησε αν έχω πάει κι εγώ ποτέ σε τσοντάδικα. Ταυτόχρονα ξεκίνησε να χαϊδεύει τα γεννητικά του όργανα πάνω από την πετσέτα και να μου κάνει κι έναν πρόλογο ότι ένας ηθοποιός καλείται να παίξει δύσκολους ρόλους, ότι δεν πρέπει να έχει ταμπού, ότι πρέπει να έχει ανοιχτό μυαλό για να προχωρήσει. Ότι αν είναι να παίξω το ρόλο του “Τομ”, πρέπει να μπω σε μια συγκεκριμένη διαδικασία. Με ρώτησε τι εμπειρίες έχω, αν έχω κάνει σεξ, αν έχω κάνει στοματικό έρωτα. Εγώ ήμουν τότε 19 ετών και μου ήταν πολύ δύσκολο να μιλήσω για τη σεξουαλική μου ζωή. Δεν είχα άλλωστε και αυτές τις εμπειρίες που μου ζητούσε να του πω. Ούτε μπορούσα να απαντήσω σε όλες αυτές τις ερωτήσεις, που έρχονταν η μία μετά την άλλη καταιγιστικές».

«Είχε εμμονή με το στοματικό έρωτα και με ρωτούσε ξανά και ξανά αν είμαι αρκετά ανοιχτόμυαλος για να γίνω ηθοποιός, πόσο ανοιχτόμυαλος είμαι κι αν έχω ταμπού. Είχα αρχίσει κι αισθανόμουν φοβερά άσχημα. Και ξαφνικά εκείνος άρχισε να αυνανίζεται μπροστά μας. Εγώ, για να μην κοιτάω προς τα εκεί, κοίταγα -θυμάμαι- ένα γάτο που ήταν στο δωμάτιο, ξαπλωμένος σε μια καρέκλα. Κάποια στιγμή, ο σκηνοθέτης ζήτησε κι από το παιδί που καθόταν δίπλα μου να βγάλει το παντελόνι και το εσώρουχό του. Δεν κοίταξα καθόλου, ούτε τον ίδιο ούτε το παιδί. Κοίταζα αλλού, το γάτο και τα διάφορα αντικείμενα στο δωμάτιο, που μου έχει καρφωθεί από τότε στη μνήμη. Κι εκείνος, ο καταξιωμένος σκηνοθέτης και δάσκαλος, μου λέει “μπορούμε τώρα να δούμε το κ…ράκι σου;”. Εκεί αισθάνθηκα πανικό, ήθελα να το βάλω στα πόδια, αλλά δεν μπορούσα, ένιωθα παραλυμένος…».

Εξηγεί γιατί δεν έφυγε:

«Γιατί μέσα στο μυαλό μου έλεγα: “Πέρασα με τη μητέρα και τη θεία μου δύο μέρες να διαβάζουμε ένα μονόλογο. Η θεία μου μου σύστησε αυτό το άτομο. Κι αν φύγω τώρα, θα γυρίσω σπίτι άπραγος και θα πρέπει να τους διηγηθώ κι όλο αυτό το σκηνικό”. Εξάλλου η βαθιά μου επιθυμία ήταν ν’ ασχοληθώ με το θέατρο. Αισθανόμουν και δέος κι ανασφάλεια από την πρώτη μου συνάντηση μ’ ένα σκηνοθέτη τέτοιου κύρους. Γνώριζα επίσης πολύ καλά ότι αν έλεγα στη μητέρα μου όσα συνέβησαν, δεν θα το άφηνε έτσι. Θα εξοργιζόταν, θ’ αντιδρούσε βίαια. Θα είχαμε άσχημες εξελίξεις. Ήμουν σοκαρισμένος, πανικόβλητος κι έτσι όταν μου είπε “μπορούμε τώρα να δούμε το κ…ράκι σου;”, το έκανα σαν υπνωτισμένος. Έβγαλα το εσώρουχό μου. Ήλπιζα ότι εκεί θα ολοκληρώσει και ότι θα τελειώσει αυτή η δοκιμασία. Όχι. Μου ζήτησε αυταρχικά να κάνω στοματικό έρωτα στο νεαρό που καθόταν δίπλα μου. Το έκανα κι ένιωθα, κοιτάζοντας το παιδί, ότι κι αυτός δεν αισθανόταν άνετα, είχε μία εξίσου τεράστια αμηχανία με μένα. Το παιδί αυτό ήταν ευγενικό μαζί μου, ενώ ο άλλος, ο σκηνοθέτης, ήταν “αυτοκρατορικός”, σαδιστικά αυταρχικός. Μετά μου ζήτησε να κάνω στοματικό έρωτα και στον ίδιο. Δεν έβλεπα την ώρα να τελειώσει αυτή η δοκιμασία. Δεν με ένοιαζε πλέον ούτε ο μονόλογος ούτε τίποτα, ήθελα μόνο να φύγω από εκεί μέσα. Και σ’ όλη τη διάρκεια που γινόταν αυτό, έλεγα μέσα μου “φύγε Νίκο, τρέχα, εξαφανίσου”. Αλλά ταυτόχρονα ήξερα ότι αν το κάνω, θα πρέπει να δώσω εξηγήσεις στη μητέρα μου και στη θεία μου, να πω τι συνέβη. Μ’ είχε στείλει η θεία μου στο σπίτι αυτό, δεν μπορούσα να της το κάνω αυτό…».

Η φρίκη στο αποκορύφωμα της :

«Όχι. Κάποια στιγμή σηκώνεται αυτός και πάει στο υπνοδωμάτιο -συγχωρήστε με γιατί μου κόβεται η αναπνοή όπως σας τα λέω. Όλο αυτό που έζησα με πονάει πολλά χρόνια. Και πλέον έχω ανάγκη να μιλήσω. Σηκώθηκε λοιπόν και πήγε στο υπνοδωμάτιο. Το άλλο παιδί φαινόταν ότι αισθανόταν κι αυτό πολύ άσχημα. Σαν να εκτελούσε εντολές. Είχε κι αυτός το ίδιο χαμένο βλέμμα με μένα. Όταν λοιπόν ο σκηνοθέτης πήγε στο υπνοδωμάτιο, μας φώναξε και τους δύο. Θυμάμαι ότι σηκώθηκα από τον καναπέ κι έτρεμα, δεν μπορούσα να σταθώ στα πόδια μου, να φτάσω στο δωμάτιο. Κι εκεί το σκηνικό πήρε άλλη τροπή. Ο σκηνοθέτης μού ζήτησε να κατεβάσω ξανά το παντελόνι μου, μ’ έσπρωξε με βία στο κρεβάτι, με ακινητοποίησε με τα χέρια του στην πλάτη μου και με μία μεταλλική ράβδο, σαν μπάρα από σπιτικό μονόζυγο, επιχείρησε να διεισδύσει στο σώμα μου. Το άλλο παιδί καθόταν στο κρεβάτι και κοιτούσε. Ένιωσα τρόμο και παρέλυσα παρά το δυνατό πόνο που ένιωθα. Τελικά εκείνος κατάφερε να παραβιάσει με το μεταλλικό αντικείμενο το σώμα μου. Εγώ του έλεγα “πονάω, σταμάτα” κι εκείνος μου έλεγε επιτακτικά “χαλάρωσε, ηρέμησε”. Μου ανέβηκαν δάκρυα στα μάτια, ήθελα να πεθάνω. Ένιωσα να λιποθυμάω, αλλά ευτυχώς έγινε ένα “ατύχημα” (λερώθηκαν τα σεντόνια) που τον εκνεύρισε πάρα πολύ κι έτσι διακόπηκε αυτό το μαρτύριο. Μας έστειλε στο σαλόνι, μάζεψε εκνευρισμένος τα σεντόνια, τα έβαλε στο πλυντήριο και όταν επέστρεψε, μου ζήτησε να κάνω στοματικό έρωτα στο άλλο παιδί, ενώ αυτός μας παρακολουθούσε και αυνανιζόταν. Και μετά, σαν να μην είχε γίνει τίποτα, μας είπε με ψυχρό κι αυταρχικό ύφος “έχω πρωινό ξύπνημα, πρέπει να φύγετε, εσύ συνέχισε να διαβάζεις το μονόλογο και θα σε ξαναπάρω να τα πούμε”. Φύγαμε με το άλλο παιδί, και για να συνέλθουμε καθίσαμε σε μια πλατεία κοντά στο σπίτι… Το άλλο παιδί, στενοχωρημένο, μου ζήτησε με τον τρόπο του συγγνώμη για ό,τι είχα υποστεί. Μου είπε ότι δεν είναι αναγκαίο ένας ηθοποιός να κάνει ό,τι κάνει ο ρόλος, ότι δεν χρειάζεται να πάω σε κανένα σινεμά πορνό και να κάνω στοματικό έρωτα σε κάποιον για να παίξω πειστικά το ρόλο του “Τομ”. Δεν είπε ευθέως τη λέξη “συγγνώμη”, αλλά προσπαθούσε κάπως να με παρηγορήσει, να με κάνει να νιώσω καλύτερα. Πιστεύω πως κι ο ίδιος ήταν θύμα εκείνη τη νύχτα και όχι θύτης. Η κατάσταση είχε βγει εκτός ελέγχου κι ήμασταν ένα παιδί 19 ετών κι ένα γύρω στα 22, το πολύ 25».

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Bigpost.gr

Ακολουθήστε το Bigpost.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Κάνε Like στη σελίδα μας στο facebook