Διαβούλευση! Μια λέξη που μπήκε στην καθημερινότητα μας, κυρίως μέσα από τον χώρο της πολιτικής ζωής και της αυτοδιοίκησης, μια λέξη με τόσο μεγάλη και ουσιαστική συνεισφορά στις δημοκρατικές αποφάσεις της κοινωνίας μας.

 Η Δρ. Μαρία Ραμματά, με το νέο της βιβλίο «Δημόσιες Πολιτικές – Πολίτες και διαβούλευση στην Ελλάδα και το εξωτερικό», μεταφέρει τις πολύτιμες γνώσεις της ώστε κάθε σχετικός επιστήμονας, φοιτητής, επαγγελματίας και τεχνοκράτης, «να κατανοήσει τη διαβούλευση ως μία μέθοδο βελτιστοποίησης της ποιότητας της ρυθμιστικής διακυβέρνησης η οποία έχει ως αποτέλεσμα να είναι εύστοχες οι νεοεισαγόμενες δημόσιες πολιτικές, αλλά κυρίως ανταποκριτικές στα αιτήματα-προβλήματα των πολιτών και των οργανώσεων». Μάλιστα, εάν η συγγραφέας του  χάριζε αυτό το βιβλίο στον πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, θα του έγραφε  ως αφιέρωση «να προχωρήσει στη μεταρρύθμιση της διαβουλευτικής μεθόδου για τη χώρα μας» που προτείνει αναλυτικά στο πόνημά της.  

Το νέο μου βιβλίο «Δημόσιες Πολιτικές – Πολίτες και διαβούλευση στην Ελλάδα και το εξωτερικό» εστιάζει … στο κρίσιμο και επίκαιρο ζήτημα της υποχρέωσης ένταξης κάθε νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης στη διαδικασία της νομοθετικά κατοχυρωμένης διαβούλευσης ώστε αφού υποστεί τη βάσανο της ολόπλευρης και δι-οργανωσιακής μελέτης από τα ενδιαφερόμενα μέρη, τις οργανώσεις των πολιτών, τα μέλη των επιστημονικών Κοινοτήτων αλλά και κάθε ενδιαφερόμενο πολίτη, και μόνο τότε, να μπορεί να δρομολογείται προς ψήφιση.

H εκτεταμένη χρήση της πρακτικής της διαβούλευσης παρουσιάζει πολλαπλά οφέλη για τους δημόσιους φορείς που την εφαρμόζουν, για τους συμμετέχοντες φορείς ή τα φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν σε αυτήν και για την κοινωνία των πολιτών ευρύτερα. Επιπλέον, οδηγεί σε περαιτέρω εμβάθυνση της ωρίμανσης της δημοκρατίας και σε καλύτερη διακυβέρνηση, εφόσον λαμβάνεται υπόψη η σημαντική παράμετρος της γνώμης των φορέων και των πολιτών κατά το σχεδιασμό και την υλοποίηση των δημόσιων πολιτικών. Η εντατικοποίηση της χρήσης των εργαλείων της διαβούλευσης οδηγεί σε αφύπνιση της συλλογικότητας και σε ενεργοποίηση των μηχανισμών ευαισθητοποίησης και συμμετοχής των πολιτών στα κοινά. Οι θετικές επιπτώσεις της διαβούλευσης εμφαίνονται, ειδικότερα, κατά την εφαρμογή των δημόσιων πολιτικών οι οποίες καθίστανται πιο εύστοχες και αποτελεσματικές από ότι εάν είχαν παραχθεί χωρίς τη χρήση του μηχανισμού της διαβούλευσης.

Στόχος μου είναι ο αναγνώστης, τόσο ο ανείσακτος στο σχετικό πεδίο, όσο και ο κάθε σχετικός επιστήμονας, φοιτητής, επαγγελματίας και τεχνοκράτης, να κατανοήσει τη διαβούλευση ως μία μέθοδο βελτιστοποίησης της ποιότητας της ρυθμιστικής διακυβέρνησης η οποία έχει ως αποτέλεσμα να είναι εύστοχες οι νεοεισαγόμενες δημόσιες πολιτικές, αλλά κυρίως ανταποκριτικές στα αιτήματα-προβλήματα των πολιτών και των οργανώσεων. Αποδεικνύεται ότι κάθε νέα δημόσια πολιτική που αποτυπώνεται σε ένα νομοθετικό κείμενο θα πρέπει να είναι όχι μόνο βιώσιμη υπό οικονομικούς όρους ή νομικά και πολιτικά ορθή, αλλά και ευθυγραμμισμένη με τις ανάγκες των ειδικών ομάδων-στόχων προς τις οποίες και απευθύνεται και στις οποίες προβάλει αξιώσεις και υποχρεώσεις. Η διαβούλευση εισάγει ένα νέο πρότυπο διακυβέρνησης όπου με μία συναινετική  προοπτική επιχειρεί να διεισδύσει σε όλες τις πτυχές ενός νέου πολιτικού διαβήματος και να αφήσει ελεύθερα, αλλά συστηματικά και όχι άναρχα, να εκφραστούν όλες οι απόψεις, με έμφαση στις θέσεις όσων τεκμηριωμένα, άμεσα ή έμμεσα σχετίζονται με το εκάστοτε ρυθμιστικό πεδίο.

Όσοι κρατήσουν στα χέρια τους το νέο μου βιβλίο από τις εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη σίγουρα θα μπορέσουν να περιηγηθούν με ένα απλό και σαφή τρόπο στη σύγχρονη διαδικασία διαβούλευσης όπως την έχουν υποστηρίξει οι διεθνείς οργανισμοί και η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και οι πολύ ώριμες δημοκρατίες στην Ευρώπη (οι οποίες αναλύονται), όπως η Μ. Βρετανία, η Γαλλία, αλλά και η Αμερική και ο Καναδάς, στις οποίες εφαρμόζονται συνδυαστικά διάφορα σύγχρονα εργαλεία διαβούλευσης (εργαστήρια διαβούλευσης, ομάδες εργασίας, info days, κ.ά.) και όχι μόνο η διαδικτυακή υποβολή σχολίων σε κάθε νομοσχέδιο. Επίσης, οι αναγνώστες θα κατανοήσουν ότι η ωφέλεια από την πρακτική της διαβούλευσης υπερτερεί των όποιων διοικητικών βαρών μπορεί να προκαλεί η εφαρμογή της διότι οδηγεί στην εισήγηση και ψήφιση των κατάλληλων και ικανών νομοθετημάτων να ρυθμίσουν αποτελεσματικά τους τομείς κρατικής παρέμβασης σε ένα συναινετικό πλαίσιο αναφοράς με την κοινωνία.

Επιπλέον, το βιβλίο αποτελεί έναν χρήσιμο οδηγό για όσους είναι μέλη οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών οι οποίοι θα κατανοήσουν ότι η «φωνή» τους πλέον μπορεί και θα πρέπει πιο συστηματικά ακόμη να λαμβάνεται υπόψη, ειδικά για όσα νομοσχέδια εντάσσονται στον τομέα δράσης τους ώστε να εισφέρουν πολύτιμη εξειδικευμένη εμπειρία και τεχνογνωσία στους χειριστές των δημόσιων αυτών θεμάτων.

Ως προς τους «Πολίτες» και «τη διαβούλευση στην Ελλάδα», η άποψή μου είναι ότι θα πρέπει να ανοίξει ένας γόνιμος και συστηματικός διάλογος για την καλύτερη οργάνωση της διαβούλευσης διότι ο διαδικτυακός σχολιασμός νομοσχεδίων, κυρίως από πολίτες, σε σύντομο χρονικό διάστημα δεν αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη για την ολοκληρωμένη εφαρμογής της διαβουλευτικής μεθόδου όπως αναλύεται διεξοδικά στο βιβλίο. Με βάση τη διεθνή βιβλιογραφία, η συμμετοχή κατά συντριπτική πλειοψηφία  μεμονωμένων πολιτών στη διαβούλευση (και όχι οργανώσεων των πολιτών) οδηγεί συχνά στο : «να αποτελούν οι πολίτες ένα απλό «στατιστικό νούμερο» μέσα από το οποίο νομιμοποιούνται οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι να προχωρήσουν στην υλοποίηση μίας δικής τους πρωτοβουλίας χωρίς περαιτέρω προβληματισμούς». Αποδεικνύεται μέσα από τη μελέτη περίπτωσης στην οποία αναφέρομαι ότι η διαδικτυακή πλατφόρμα υποδοχής σχολίων κάθε ενδιαφερομένου αποτελεί ένα μόνο αρχικό βήμα για την εφαρμογή της διαβούλευσης το οποίο θα πρέπει να συμπληρωθεί με μία σειρά άλλων μεθοδολογικών εργαλείων που ήδη εφαρμόζονται επιτυχώς σε άλλες χώρες.

Στο εξωτερικό, για το ίδιο θέμα, η εικόνα είναι ότι εφαρμόζονται συστηματικά όλα τα προσφερόμενα εργαλεία της διαβούλευσης, ενώ η καλή διοίκηση της διαβούλευσης αποτελεί κομβικής σημασίας κρίσιμη παράμετρο για την επιτυχία του εγχειρήματος (π.χ. λειτουργούν στα Υπουργεία Τμήματα σχετικά με τη διαβούλευση).

 

Μέσα από εκδόσεις σαν την δική μου, στόχος είναι να προωθήσουμε εν γένει τον δημόσιο διάλογο στη χώρα μας, προκειμένου να ενισχυθεί η εφαρμογή τέτοιων σύγχρονων μεθόδων νομοπαραγωγικής διαδικασίας που θα θέσουν στο επίκεντρο τα μέλη της κοινωνίας και όχι την πολιτική πρωτοβουλία η οποία συχνά δεν είναι απολύτως τεκμηριωμένη. Όπως αναφέρω σε ένα απόσπασμα του βιβλίου μου με αφορμή δημοσίευμα της Ευρ. Επιτροπής : «Οι πολίτες επιθυμούν να συμμετέχουν με ανοικτό τρόπο με τη δημόσια διοίκηση, από το σχεδιασμό της δημόσιας πολιτικής, έως και την εφαρμογή της και την παροχή της υπηρεσίας. Δεν επιθυμούν μια παραδοσιακή δημόσια υπηρεσία που να σχεδιάζει και να υλοποιεί στόχους και «λύσεις από τα γραφεία», αλλά αντίθετα, μία δημόσια υπηρεσία που λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των πολιτών συνεργάζεται μαζί τους και μοιράζεται πληροφορίες και δεδομένα».

Εάν θα μπορούσα να ξεχωρίσω ένα κεφάλαιο, αυτό θα ήταν το πέμπτο (5ο) κεφάλαιο όπου περιγράφω τη νομοθετική «κρίση» και το εγχείρημα της κανονιστικής μεταρρύθμισης στη χώρα μας. Η άκρατη ρυθμιστική διαδικασία που εντοπίζεται ως θεμελιώδης βάση για τη σύγχρονη διακυβέρνηση επικεντρώνεται γύρω από αυστηρά συγκεντρωτικές διαδικασίες που οδηγούν στον πληθωρισμό νόμων, στη συχνή νομοθέτηση και επανανομοθέτηση επί των ίδιων αντικειμένων και άρα στην κακονομία, στην αναποτελεσματικότητα, στα αυξημένα διοικητικά βάρη και τη γραφειοκρατία. Η ανάλυση ολοκληρώνεται με αναφορά στην προσπάθεια για κανονιστική μεταρρύθμιση, ενώ προετοιμάζεται ο αναγνώστης για το κυρίως κεφάλαιο που ακολουθεί και εστιάζει στη μελέτη του περιβάλλοντος της διαβούλευσης στη χώρα μας (αναφορά στο βαθμό συμμετοχής των προτεινόμενων νομοσχεδίων των Υπουργείων στη διαβουλευτική διαδικασία σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα 2019-2020 -από 7ο/2019 έως 11ο /2020-, σχολιασμοί και προτάσεις). Η διαβούλευση μπορεί να βοηθήσει ώστε να μειωθεί (αν όχι να εξαληφθεί) η υιοθέτηση μη τεκμηριωμένων δημόσιων πολιτικών και τελικά να ενισχυθεί ο βαθμός εμπιστοσύνης των πολιτών προς τη δημόσια διοίκηση και την πολιτική (η οποία επίσης εξετάζεται σε ένα εισαγωγικό κεφάλαιο).

Εάν χάριζα αυτό το βιβλίο στον πρωθυπουργό της χώρας μας, θα του έγραφα ως αφιέρωση να προχωρήσει στη μεταρρύθμιση της διαβουλευτικής μεθόδου για τη χώρα μας που προτείνω αναλυτικά στο πόνημά μου.

Πάντα έχω στο μυαλό μου τη φράση : «Από τον πολίτη, με τον πολίτη, για τον πολίτη».

 

* Η κα Μαρία Ραμματά, είναι Δρ Διοικητικής Επιστήμης, Ειδικός Επιστήμονας στο Δημόσιο τομέα,  Μέλος ΣΕΠ, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (ΕΑΠ)  και συγγραφέας του βιβλίου «Δημόσιες Πολιτικές, Πολιτικές και Διαβούλευση στην Ελλάδα και το εξωτερικό», Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Bigpost.gr

Ακολουθήστε το Bigpost.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις